Γράφει ο Βασίλης Σταρακάς, παλαίμαχος ποδοσφαιριστής του Παναιτωλικού.
Με τον παγκοσμίου φήμης συνθέτη κλασσικής μουσικής Μότσαρτ παρομοίωσε ο Βασίλης Μήτσου τον, αχώριστο όσο ζούσαν, παιδικό του φίλο και συμπαίκτη στον Παναιτωλικό Χρίστο – Τάκη – Μπάθα, για την ιδιαίτερη ικανότητα και επιδεξιότητα του στο χειρισμό της μπάλας.
Ο χαρακτηρισμός αυτός από τον διεθνή – με την ομάδα νέων και ενόπλων – Βασίλη Μήτσου, του πληρέστερου και πολυτιμότερου ποδοσφαιριστή που αναδείχθηκε από τα σπλάχνα του συλλόγου μας, δεν ειπώθηκε σε μια στιγμή ενθουσιασμού από μια θεαματική ενέργεια ή ένα εντυπωσιακό γκολ του Τάκη Μπάθα – Τάκη τον ήξεραν όλοι – αλλά όπως έλεγε, από πολύ νωρίς ξεχώρισε από όλα τα παιδιά της ηλικίας του για τα πολλά ποδοσφαιρικά προσόντα του. «Όλοι οι συνομήλικοι από τις μικρές μας ακόμη ηλικίες είμασταν θαυμαστές του έμφυτου ταλέντου του». Λόγια του θρύλου του Παναιτωλικού Βασίλη Μήτσου και συνεχίζει: «παιδιά ακόμη ο Τάκης μας μάθαινε διάφορα χτυπήματα με την μπάλα όπως εσωτερικό – εξωτερικό – κουτουπιέ – τακουνάκια – φάλτσα στοπαρίσματα, κάνοντας μας επίδειξη παίζοντας μόνος του με ένα τόπι στον τοίχο του υπόστεγου των Παπαστράτειων εκπαιδευτηρίων – δεν είχαμε δερμάτινη μπάλα, κάτι που θα έκανε την επίδειξη πιο εύκολη. Ο Τάκης χρησιμοποιούσε πότε το αριστερό πότε το δεξί, με τέτοια ευχέρεια, ακρίβεια και στυλ στα χτυπήματα, που κανείς μας δεν μπορούσε να διακρίνει ποιο ήταν το «καλό» του πόδι.
Από αρχείο Βασίλη Σταρακά
Η ποδοσφαιρική διαδρομή του Τάκη Μπάθα ήταν ίδια με αυτή του συνομήλικου του Βασίλη Μήτσου – γεννηθέντες το 1934 (Ο Γάλλος ήταν 6 χρόνια μεγαλύτερος τους). Όταν οι δύο συνομήλικοι και κολλητοί φίλοι ήταν 15 ετών, ο πατριάρχης του Παναιτωλικού Βασίλης Καραθανάσης – μεγάλος εργοστασιάρχης ξυλείας της εποχής – γυρνώντας τις γειτονιές για ταλέντα τους εντόπισε και τους πήρε στην ομάδα που τότε ήταν πρόεδρος, τον Αστέρα Αγρινίου. (Έχω ξαναγράψει πως το γήπεδο του Αστέρα ήταν εκεί που σήμερα βρίσκονται τα δικαστήρια).
Μετά από δύο χρόνια παραμονής των δύο φίλων στον Αστέρα, ο Βασίλης Καραθανάσης, κατ’ απαίτηση των Αγρινιωτών φιλάθλων ανέλαβε τα ηνία του Παναιτωλικού, φέρνοντας μαζί του και τα δύο πολλά υποσχόμενα ταλέντα, τα οποία προσαρμόστηκαν πολύ εύκολα στη νέα τους ομάδα, και φόρεσαν αμέσως φανέλα βασικού. Αγαπημένη θέση του Τάκη ήταν αυτή του αριστερού εξτρέμ. Τη φανέλα με το νούμερο 11 που αντιστοιχούσε τότε – άτυπα – σε αυτή τη θέση την πήρε… σπίτι του. Μαζί με τους Τζάνη – Ρόκο και τους λίγο μεγαλύτερους σε ηλικία Γάλλο – Ακριτίδη – Μπισδούνη – Στάθη Μπάκα και άλλους, συνέθεσαν ένα σύνολο στα μέσα του 1950 που εντυπωσίασε το πανελλήνιο.
Από αριστερά όρθιοι: Δούκας, Τεμεκονίδης, Ι. Καμποσιώρας, Κόλλιας, Μήτσου, Μπάθας, Παπαδόπουλος, Τζάνης, Γιαννόπουλος. Καθήμενοι: Καλογεράς, Κουτσογιάννης.
Από αρχείο Βασίλη Σταρακά
Οι απόψεις συμπαικτών και παλαιών φιλάθλων για τον Τάκη Μπάθα συμφωνούν ότι υπήρξε ο μεγαλύτερος σουτέρ του Παναιτωλικού. Γνήσιος μπαλαδόρος, ανίκητος στις μονομαχίες ένας εναντίον ενός. Σπεσιαλίστας στα φάουλ – ισάξιος του Γάλλου – αλλά και μοναδικός στα πέναλτι, και κατά τη γνώμη παλαίμαχων ο αρχισκόρερ του Παναιτωλικού όλων των εποχών.
Ο Τάκης όπως και κάποιοι άλλοι παίκτες – βεντέτες του Παναιτωλικού, είχε και αυτός δικό του φανατικό κοινό, που με τις μοναδικές του τρίπλες και το συνεχές σκοράρισμα τους ξεσήκωνε από τη θέση τους.
Δυστυχώς στον Τάκη δεν δόθηκε η ευκαιρία – όπως και σε κάποιους άλλους από την οικογένεια του Παναιτωλικού εκείνη την εποχή – να παίξει σε μια ομάδα του κέντρου, σε ένα μεγαλύτερης κατηγορίας πρωτάθλημα όπως ήταν τότε αυτό της Α’ Εθνικής, με γήπεδα με χόρτο, που η μπάλα «στρώνεται» μόνη της και πασάρεις ή σουτάρεις σε ένα χρόνο, και όχι στα ξερά γήπεδα της εποχής εκείνης, με τα χαλίκια και την άμμο που η μπάλα έπαιρνε χίλια φάλτσα και για να την ηρεμήσεις και να σουτάρεις σε έναν το πολύ δύο χρόνους έπρεπε να είσαι ένας «Μότσαρτ» , ένας γητευτής της μπάλας, όπως ήταν ο Τάκης Μπάθας.
Από αρχείο Νώντα Νικάκη. Η ομάδα του Παναιτωλικού σε εκτός έδρας αγώνα.
Στο βάθος διακρίνονται οι: Τζάνης, Μήτσου, τέταρτος Καλύβας. Από αριστερά: Μπαρχαμπάς, Καλφούτζος, Καμποσιώρας, Λουίτζι, Νικολάου, Παπαδόπουλος, Αυγερινός, Τάκης Μπάθας, Σερμιτζέλης, Δρόσος. Καθήμενοι από αριστερά: Δούκας, Κουτσογιάννης, Τεμεκονίδης, Ρόκος.
Με τον Τάκη, μέχρι να σταματήσει το ποδόσφαιρο – στη σεζόν 1964-65 – βρεθήκαμε στην ίδια ενδεκάδα σε πολλούς αγώνες. Πάντα υπήρξε ένας άψογος και αγαπητός συμπαίκτης, χωρίς έπαρση, ήρεμος, ψύχραιμος στη διάρκεια του αγώνα, με τις συμβουλές και τις λεκτικές επιβραβεύσεις που εμψύχωναν εμάς τους νεότερος παίκτες και όχι μόνο, με λογική αντιμετώπιση των λαθών των νέων συμπαικτών του – το ίδιο και ο Γάλλος – και όχι σαν κάποιους που κυριεύονταν τόσο πολύ από το πάθος της νίκης που έχαναν τον έλεγχο των αντιδράσεων τους και… αλύχτηζαν (μετά τον αγώνα βέβαια… νερό και αλάτι).
Το καλύτερο διάστημα της προπόνησης για τον Τάκη που η διάθεση του ανέβαινε στα ύψη ήταν το δίτερμα και το βόλεϊ με τα πόδια – το βόλεϊ παίζονταν σε δυάδες, και ο Τάκης με τον προπονητή μας Χάρι Αουρέτνικ ήταν αχτύπητη δυάδα. Ασκήσεις δρόμων αντοχής, σπριντ, ανεβάσματα στη μεγάλη εξέδρα με «λαγουδάκια», όλα αυτά του προξενούσαν έναν εκνευρισμό και συνεχώς γκρίνιαζε. Συνηθισμένο φαινόμενο του πάθους του Τάκη για την μπάλα, ήταν να σταματά σε αλάνες που παίζανε πιτσιρίκια για να χτυπήσει ένα – δύο πέναλτι.
Δεν θα αξεχάσω ποτέ την πρώτη μου επίσημη εμφάνιση, που ήμουν στην ίδια ενδεκάδα με τον Τάκη – προπονητής μας ο Βασίλης Κοσκινάς. Ήταν ένας αγώνας για το κύπελλο Ελλάδας με τον Εθνικό Πατρών στην έδρα μας, στις 21/10/1962. Το σκορ έληξε 9-0 με τον Τάκη Μπάθα να σημειώνει 5 γκολ – μέχρι και σήμερα κατέχει το αντίστοιχο ρεκόρ. Οι άλλοι σκόρερ ήταν Σταρακάς 2 – με κεφαλιές από κόρνερ του Τάκη – Κουτσογιάννης 1, Καμποσιώρας Γιάννης 1 (Από αρχεία Αθλητικής Ηχώ. Ανταποκριτής Δημήτρης Πατρινούδης).
Ο Τάκης είχε μεσαίο ύψος και ωραία εξωτερική εμφάνιση με έντονα χαρακτηριστικά. Ήταν δε ένας ευαίσθητος άνθρωπος με λεπτούς τρόπους και ευχάριστη συμπεριφορά, αγαπητός σε όλους.
Επαγγελματικά ασχολήθηκε με την πώληση διαφόρων προϊόντων, σαν μικροπωλητής σε ανοικτούς χώρους. Παντρεύτηκε την Αγρινιώτισσα Ελένη Ζαγορίσιου. Απέκτησαν τρία παιδιά, τον Σπύρο, τον Κώστα και την Άρτεμις. Σήμερα από την οικογένεια ζει ο Κώστας και η Άρτεμις.
Βασίλης Σταρακάς, παλαίμαχος ποδοσφαιριστής Παναιτωλικού