Γράφει ο Βασίλης Σταρακάς, παλαίμαχος ποδοσφαιριστής του Παναιτωλικού.
Το agriniara.gr φιλοξενεί σήμερα ένα αφιέρωμα για μια πολύ αγαπητή προσωπικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου και της τοπικής μας κοινωνίας, ο οποίος ταυτόχρονα είναι και ένας πολύ ιδιαίτερος φίλος μου. Με λίγα λόγια αναφέρομαι – όπως είδατε και στον τίτλο – στον Διονύση Τσάμη που αποτελεί, και το ξαναγράφω, ένα κόσμημα της Αγρινιώτικης κοινωνίας και του Ελληνικού ποδοσφαίρου.
Ο Διονύσης – Νιόνιος για τους φίλους – γεννήθηκε το 1951 στην ποδοσφαιρομάνα γειτονιά γύρω από την πλατεία Χατζοπούλου μέχρι την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Γείτονες του, φίλοι και συμπαίκτες ήταν ο Γιώργος Παππάς, ο Κώστας Τάκος, ο Βαγγέλης Κότσαλος, ο Γιώργος Κονταπάνος και ένας από τους πιο παλιούς, ο Λάμπρος Γκίκας. Σε κάποια από τις πολλές αλάνες που υπήρχαν στον χώρο αυτό κατά την παιδική του ηλικία, τον ανακάλυψε σε ηλικία 15μισι ετών ο τότε Ιταλοσπουδασμένος επαγγελματίας προπονητής του Παναιτωλικού Σωτήρης Καρποδίνης. Αμέσως τον ενσωμάτωσε στην ομάδα νέων του Παναιτωλικού ή «Καρποδίνεια» σχολή όπως είχαν βαφτίσει τα «Τσικό» οι φίλαθλοί μας που παρακολουθούσαν με μεγάλο ενδιαφέρον κάθε φορά που υπήρχε εκπαιδευτικό δίτερμα προ των αγώνων της μεγάλης ομάδας.

Πολύ γρήγορα οι συνομήλικοι νεαροί συμπαίκτες του Νιόνιου τον αποδέχτηκαν σαν αρχηγό, αφού σε κάθε αγώνα, εκτός από τους ίδιους που θαύμαζαν την απαράμιλλη τεχνική του, ήταν και μάρτυρες των χειροκροτημάτων θαυμασμού των φιλάθλων μας που συνεχώς τους ξεσήκωνε με τους αυτοσχεδιασμούς, τις εμπνεύσεις και τις θεαματικές ντρίπλες και προσποιήσεις του.
Το ποδοσφαιρικό αυτό ταλέντο, αφού δούλεψε για ένα χρόνο πολύ σκληρά στα χέρια του «δασκάλου» Καρποδίνη, ο οποίος γνώριζε και τα παραμικρά μυστικά της μπάλας, τη σεζόν 1967 – 68 γίνεται επαγγελματίας. Ο Παναιτωλικός τότε είναι στη Β’ Εθνική και από τους πρώτους αγώνες της σεζόν αυτής είναι ο αγώνας με την πολύ καλή ομάδα της ΚΟΡΙΝΘΟΥ στο γήπεδό μας. Παρ’ όλο που πέρασαν κάτι παραπάνω από 50 χρόνια, θυμάμαι έντονα το ξάφνιασμα που νιώσαμε εμείς οι μεγαλύτεροι σε ηλικία παίκτες – Ντόκας, Καλύβας, Κουτσογιάννης, Ζουμπουλάκης, Μπάθας, Ζαρκαβέλης, Σταρακάς, Παπαμέτης, Γιαννόπουλος και άλλοι – όταν ο προπονητής μας έδωσε τη φανέλα με το νούμερο 6 σε κείνο το «λιανόπαιδο», που πραγματικά μας εντυπωσίαζε όταν παρακολουθούσαμε τους αγώνες των μικρών. Θα μπορέσει να σηκώσει τη «βαριά» φανέλα με το νούμερο 6 του Παναιτωλικού αυτό το ποδοσφαιρικό «βρέφος», την οποία μέχρι το τέλος της προηγούμενης σεζόν την μούσκευε με τον ιδρώτα του ο ένας και μοναδικός, ο θρύλος ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΗΤΣΟΥ, έως ότου του την αφαιρέσει βίαια η χούντα; Θα αντέξει αυτή την πολυσύνθετη θέση, που μέσα σε 90 λεπτά πρέπει να καλύψεις πολύ μεγάλες αποστάσεις, να μαρκάρεις, να αμύνεσαι αλλά και να επιτίθεσαι, θέση που θα πρέπει να αναλάβεις και την οργάνωση του παιχνιδιού; Μέχρι πριν λίγες μέρες, σε κάθε αγώνα της μεγάλης ομάδας – όπως ο ίδιος ο Νιόνιος έχει δηλώσει – δεν είχε μάτια παρά μόνο για το ίνδαλμά του τον Βασίλη Μήτσου, τον οποίο στα όνειρά του αντικαθιστούσε με τον εαυτό του για να φορέσει αυτός τη φανέλα με το νούμερο 6 (ο αριθμός της φανέλας τότε αντιπροσώπευε και τη θέση που αγωνίζονταν ο παίκτης στο γήπεδο).
Ο Δάσκαλος όμως όχι μόνο ήξερε τι έκανε, αλλά προέβλεψε και την εντυπωσιακή εξέλιξή του. Μετά τον αγώνα αυτό με την Κόρινθο – νίκη 2-1 για τον Παναιτωλικό με σκόρερ τους Παπαμέτη και Κουτσογιάννη – ο Διονύσης Τσάμης «πήρε σπίτι του» δικαιωματικά την κίτρινη φανέλα με το νούμερο 6 μέχρι τον Σεπτέμβρη του 1972, που φοιτητής πια της Γυμναστικής Ακαδημίας, φόρεσε μια άλλη τιμημένη κίτρινη φανέλα, με έμβλημα τον Βυζαντινό δικέφαλο αετό. Όσοι παρακολουθούσαμε από κοντά τα πολλά επεισόδια στο πολύκροτο σήριαλ της μεταγραφής του στην ΑΕΚ – αφού υπήρχε έντονο ενδιαφέρον από ΠΑΟ και Ολυμπιακό – έχουμε να θυμόμαστε μέχρι και την …απαγωγή του! Η μεταγραφή του Νιόνιου στην ΑΕΚ επίσης εκτόξευσε το ρεκόρ χρημάτων για απόκτηση ποδοσφαιριστή στην Ελλάδα.
Για περισσότερα από 6 χρόνια ο Νιόνιος αποτέλεσε το μυαλό της ΑΕΚ, ένας χαφ με φαντασία και ικανότητες επιθετικού αλλά και με πείσμα και τοποθέτηση μεγάλου αμυντικού, ένας έξυπνος «κόφτης», που αποτέλεσε βασικό στέλεχος όλων των μικρών Εθνικών ομάδων. Ακόμη, φόρεσε το εθνόσημο στην Ανδρών την περίοδο που προπονητής ήταν ο Αλκέτας Παναγούλιας. Υπήρξε μέλος της Εθνικής ομάδας που το 1974 αγωνίστηκε σε φιλικό αγώνα με την Εθνική Βραζιλίας στο θρυλικό στάδιο «Μαρακανά» του Ρίο ντε Τζανέϊρο (0 – 0). Ο Νιόνιος πανηγύρισε με την ΑΕΚ πρωταθλήματα και κύπελλα Ελλάδος. Επίσης έχει δεκάδες συμμετοχές στις κορυφαίες διεθνείς διοργανώσεις.
Παρ’ όλη την προβολή και τις περγαμηνές που απέκτησε στην ποδοσφαιρική του καριέρα, παρέμεινε απλός και καταδεκτικός, χωρίς ποτέ να ξεχάσει τους φίλους του. Είναι πάντα ο εαυτός του, ποτέ ψεύτικος. Ο Νιόνιος είναι ένας χαρισματικός συνομιλητής που εντυπωσιάζει με την παιδεία, τις πολλές γνώσεις του και την νοητική αντίληψή του.
Ο Παναιτωλικός δεν έπαψε ποτέ να τον απασχολεί, ακόμα και τότε που έλειπε από το Αγρίνιο. Πριν από μερικά χρόνια η ΠΑΕ Παναιτωλικός διοργάνωσε μια λαμπρή τελετή όπου ο μεγαλομέτοχος της ΠΑΕ Φώτης Κωστούλας απένειμε στον Νιόνιο την κίτρινη φανέλα με το νούμερο 6.
Κλείνοντας θα ήθελα να αναφέρω με πολύ συγκίνηση, ότι το Κυριακάτικο εκείνο ξάφνιασμα που νιώσαμε στα αποδυτήρια πριν 50 χρόνια πριν τον αγώνα με την Κόρινθο δεν έχει να κάνει μόνο με το ξεκίνημα της ζηλευτής ποδοσφαιρικής καριέρας του Νιόνιου, αλλά και την απαρχή της οικοδόμησης της πενηντάχρονης άδολης, αληθινής και άτρωτης από το χρόνο μεταξύ μας φιλίας. Μια φιλία που με τιμά αφάνταστα!
Υ.Γ. Την επόμενη σαιζόν από την «Καρποδίνεια» σχολή αποφοίτησε μια νέα χρυσή φουρνιά: Γιώργος Παππάς, Ντίνος Ράπτης, Βαγγέλης Κότσαλος, Γιώργος Κοντοπάνος. Προσεχώς βιογραφικό τους!
*Το συγκεκριμένο αφιέρωμα είχε φιλοξενηθεί πριν από χρόνια και στο περιοδικό «Yellow Power».