Η Ελένη Κακαμπούκη, με καταγωγή από το Αγρίνιο, είναι χωρίς αμφιβολία μία από τις πιο εμβληματικές ποδοσφαιρίστριες στη χώρα μας, έχοντας μακρόχρονη παρουσία σε υψηλό επίπεδο με τους συλλόγους των οποίων φόρεσε τη φανέλα, αρχηγός στην Εθνική ομάδα, αλλά και με παραστάσεις από ευρωπαϊκά πρωταθλήματα καθώς φόρεσε και τη φανέλα ξένων συλλόγων.
Στην συνέντευξη που παραχώρησε στο agriniara.gr μίλησε για όλα, για το ξεκίνημά της στο ποδόσφαιρο, για την πλούσια καριέρα της γεμάτη τίτλους και διακρίσεις, για την Εθνική ομάδα που θεωρεί σπίτι της, για τις εμπειρίες από το εξωτερικό, για την κατάσταση που βρίσκεται το ελληνικό γυναικείο ποδόσφαιρο και τα βήματα που πρέπει να γίνουν για την περαιτέρω ανάπτυξή του, για την συμμετοχή της στον ΠΣΑΠΠ και τα προβλήματα των ποδοσφαιριστριών στην χώρα μας, για το δικό της μέλλον όταν κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά της παπούτσια.
Συνέντευξη στον Γιάννη Τσιρώνη
Πως μπήκε το ποδόσφαιρο στη ζωή σου, πως ξεκίνησες να ασχολείσαι, ποια ήταν τα πρώτα σου βήματα;
«Μικρή έκανα στίβο, όμως στο σχολείο στα διαλλείματα έπαιζα με τα αγόρια και τα απογεύματα πήγαινα σε μία αλάνα κοντά στο σπίτι της γιαγιάς μου και έπαιζα. Κάποια στιγμή πήγα σε μία ακαδημία που ήταν κοντά στο σπίτι και ζήτησα να παίξω, όμως μου είπαν πως δεν παίρνουν κορίτσια. Συνέχισα να ασχολούμαι με τον στίβο, όμως κάποια στιγμή που είχα βρει μία μπάλα στο ταρτάν και έκανα ποδαράκια, με είδε ο κύριος Τσάμης (σ.σ. ο παλαίμαχος διεθνής ποδοσφαιριστής του Παναιτωλικού και της ΑΕΚ μετέπειτα προπονητής και ιδιοκτήτης ακαδημίας ποδοσφαίρου) και μου ζήτησε να ασχοληθώ με το ποδόσφαιρο. Παράτησα τον στίβο και έκανα μόνο ποδόσφαιρο, έπαιζα στο πρωτάθλημα των ακαδημιών μαζί με τα αγόρια, όταν με άφηναν να παίζω, αλλά όταν έβαζα γκολ σε μία ομάδα, στο δεύτερο γύρο στο παιχνίδι με την ίδια ομάδα δεν με άφηναν να παίξω (γέλια). Θυμάμαι μάλιστα πως μου ζήτησαν να πάω να παίξω και στην ακαδημία που δεν με είχαν δεχτεί αρχικά, γιατί όπως μου είπαν δεν έπαιρναν κορίτσια, αλλά τους είπα τώρα δεν γίνεται (χαμόγελο). Μετά με βρήκε ο Ασπρογέρακας από το Νεοχώρι, που είχε τον Αχελώο Νεοχωρίου (σ.σ. η πρώτη γυναικεία ομάδα στην Αιτωλοακαρνανία) και πήγαινα έκανα μία προπόνηση την εβδομάδα, λόγω απόστασης από το Αγρίνιο που έμενα και εκεί έπαιξα τα πρώτα μου παιχνίδια σε γυναικείο πρωτάθλημα. Μέχρι τότε δεν ήξερα καν αν υπάρχουν γυναικείες ποδοσφαιρικές ομάδες και αντίστοιχο πρωτάθλημα. Θυμάμαι παίξαμε μία σεζόν στη Β Εθνική και ανεβήκαμε κατηγορία. Την επόμενη χρονιά παίξαμε στην Α Εθνική, αλλά για μένα έγινε πιο δύσκολο γιατί πέρασα στη Γυμναστική Ακαδημία στην Αθήνα και ήταν δύσκολο να πηγαινοέρχομαι».
Ήταν δύσκολο τότε για ένα κορίτσι να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο; Συγκριτικά με σήμερα υπήρχαν περισσότερες δυσκολίες;
«Σίγουρα ήταν πιο δύσκολο. Εμένα για παράδειγμα αν δεν με είχε δει τότε στο στίβο να παίζω με μία μπάλα στα πόδια ο κύριος Τσάμης, δεν ξέρω αν και πότε θα είχα ασχοληθεί. Γιατί ξεκίνησα και αργά, ήμουν τότε 14 – 15 χρονών. Απλά δεν έφεραν ποτέ αντίρρηση οι γονείς μου, δεν θα άφηνα ποτέ τους γονείς μου που βέβαια δεν θα το έκαναν και από μόνοι τους, αυτό που λένε ήρθε ο μπαμπάς και φωνάζει αν παίζει το παιδί μου ή δεν παίζει. Είναι και θέμα χαρακτήρα, πως το διαχειρίζεται κανείς. Δεν μου έφεραν ποτέ αντίρρηση στο τι θα έκανα, οπότε δεν με δυσκόλεψαν στο να κάνω αυτό που αγαπούσα. Θυμάμαι κάποια στιγμή βέβαια που είπα στη γιαγιά μου πάω για ποδόσφαιρο, μου είπε αυτό είναι για τα αγόρια, αλλά μετά που ήρθε και η Εθνική, όλα καλά».
Είχες κάποιον ποδοσφαιριστή ως πρότυπο, κάποιον που θαύμαζες και σου άρεσε ο τρόπος παιχνιδιού του;
«Επειδή έχω ακόμη κολλημένα τα αυτοκόλλητα στις ντουλάπες και τα γραφεία στο σπίτι μου, ο Φίγκο θυμάμαι μου άρεσε πάρα πολύ και ο Κακά με τον οποίο συνδύαζα το όνομά μου με το δικό του, αλλά μου άρεσε και ο τρόπος που έπαιζε. Βέβαια ο τρόπος που παίζω εγώ, ταιριάζει πιστεύω περισσότερο με τον Τόνι Κρος της Ρεάλ (γέλια)».
Μετά τον Αχελώο ήρθε η Αίγινα, ο Οδυσσέας Γλυφάδας, μακριά από το σπίτι, πως ήταν ο πρώτος καιρός;
«Εντάξει, σπούδαζα κιόλας οπότε συνδυάστηκαν αυτά».
Πως έγινε και ήρθε το επόμενο βήμα στην καριέρα σου, η μεταγραφή στην Αίγινα; Νομίζω παράλληλα ήρθε και η κλήση σου στην Εθνική ομάδα.
«Με την Αίγινα έπαιξα αντίπαλος την πρώτη χρονιά του Αχελώου στην Α Εθνική, ήταν θυμάμαι τότε η ομάδα που έπαιρνε τα πρωταθλήματα και είχε φτάσει κάποια στιγμή και στις 16 καλύτερες ομάδες στην Ευρώπη και έλεγα πως παίζουν έτσι, με θαυμασμό. Έλεγα, να έπαιζα κι εγώ σε αυτή την ομάδα και με το που τελείωσε αυτή η σεζόν με ζήτησαν σε αυτή την ομάδα. Πριν φτάσω στις ομάδες που πήγα στην Αθήνα, πριν παίξω ακόμη για πρώτη φορά στην Α Εθνική με τον Αχελώο, είχα πάει σε προεπιλογές της Εθνικής ομάδας των νεανίδων, προλάβαινα λόγω ηλικίας την τελευταία χρονιά στις νεάνιδες. Έγινε η προεπιλογή και με πήραν στην Εθνική νεανίδων και μόλις επέστρεψα από το τουρνουά, με κάλεσαν και στην Εθνική γυναικών».
Στην Αίγινα έπαιξες πέντε χρόνια, άλλαξες επίπεδο αγωνιστικά, πως ήταν αυτή η μετάβαση και τι ήταν αυτό που σου έμεινε από αυτά τα πρώτα χρόνια στην Α Εθνική;
«Επειδή το είχα ονειρευτεί ήδη, να έπαιζα κι εγώ σε μία τέτοια ομάδα, όταν με ζήτησαν ένοιωσα υπερήφανη, ότι ο κόπος μου ανταμείβεται και θα παίξω σε μία ομάδα σαν αυτή. Δεν δυσκολεύτηκα να προσαρμοστώ γιατί και σαν χαρακτήρας είμαι έτσι. Δεν με δυσκολεύουν οι καταστάσεις, προσπαθώ να τα αντιμετωπίσω. Το συνδύασα και με τη σχολή και όλα ήταν τέλεια».
Τότε πήρες και τα πρώτα σου χρήματα από το ποδόσφαιρο;
«Ναι και θυμάμαι ότι πήρα κάποια χρήματα μπροστά και πλήρωσα τα ενοίκια στο σπίτι μου στην Αθήνα. Οπότε ένοιωθα ανεξάρτητη».
Πέντε χρόνια στην Αίγινα και μετά πήγες στον Οδυσσέα Γλυφάδας.
«Ναι, υπήρχαν κάποια προβλήματα στην Αίγινα και δεν θα συνέχιζε η ομάδα. Θυμάμαι ότι επειδή είχα προλάβει εκείνη τη σεζόν να παίξω μέχρι τον Οκτώβριο στην Αίγινα, έπρεπε να περάσει ένα χρονικό διάστημα για να μεταγραφώ στη Γλυφάδα. Εκεί ήταν αντίστοιχα τα πράγματα, ομάδα που διεκδικούσε που βρίσκονταν στις πρώτες θέσεις. Κάθισα τρία χρόνια και μετά με ζήτησε ο ΠΑΟΚ. Θυμάμαι τότε είχα κι άλλες προτάσεις, ήταν η Καρδίτσα η Δράμα και άλλες ομάδες που πρωταγωνιστούσαν επίσης και θα το σκεφτόμουνα να πάω, αλλά κατέληξα στον ΠΑΟΚ όπου έπαιξα για επτά χρόνια».
Στον ΠΑΟΚ δεν σταμάτησες να παίρνεις πρωταθλήματα, τίτλους.
«Ναι έπαιξα επτά χρόνια και όλα τα χρόνια αυτά πήραμε το πρωτάθλημα, τρία κύπελλα γιατί μετά σταμάτησε η διοργάνωση και παίξαμε και στην Ευρώπη».
Θυμάσαι το πρώτο σου Ευρωπαϊκό παιχνίδι; Πως ένοιωσες, τα συναισθήματα.
«Ήταν κάτι διαφορετικό. Γιατί εμένα το Champions League σαν διοργάνωση μου αρέσει και σε επίπεδο ανδρών. Σαν διοργάνωση είναι η αγαπημένη μου. Οπότε ήταν ένα όνειρο να παίξω στο Champions League. Το πρώτο παιχνίδι ήταν μια εμπειρία, όπως και το κάθε ένα ξεχωριστά στη συνέχεια».
Μετά τον ΠΑΟΚ ήρθε το εξωτερικό. Ήταν εύκολο αυτό το βήμα; Υποθέτω ήταν κάτι που το ήθελες, το επιζητούσες.
«Ναι και αν ήμουν πιο μικρή, θα είχα κινηθεί πιο γρήγορα για έξω. Απλά τότε δεν υπήρχαν αυτά που λέμε, θα βγω στο εξωτερικό να παίξω, δεν υπήρχαν οι μάνατζερ να σε βοηθήσουν. Γιατί έτσι λειτουργεί έξω. Δεν υπήρχε η προβολή. Δεν υπήρχαν οι διακρίσεις με την Εθνική ομάδα, ώστε να σε δουν κάπου να αγωνίζεσαι».
Έχεις αγωνιστεί στην Ελβετία με τη Λουγκάνο και στην Ιταλία με τη Λάτσιο. Πόσο μεγάλη είναι η διαφορά του ελληνικού με τα ξένα πρωταθλήματα;
«Η διαφορά σε θέματα οργάνωσης, είναι τεράστια. Αλλά και σε εγκαταστάσεις και άλλα όπως οι μετακινήσεις για παράδειγμα των ομάδων. Καταλαβαίνεις εκεί ως αθλητής ότι είσαι επαγγελματίας, όχι μόνο σε θέμα χρημάτων, αλλά από το πως σου συμπεριφέρονται, στον τρόπο που ζεις σε αυτά τα κομμάτια που έχουν να κάνουν με τη δουλειά σου. Σε ότι αφορά τα πρωταθλήματα, είναι ότι είναι πιο ανταγωνιστικά. Μπορεί να είναι δέκα ομάδες για παράδειγμα και να είναι πιο ανταγωνιστικές. Δεν θα υπάρχει το εύκολο παιχνίδι. Μετά από κάθε αγώνα βγαίνεις κουρασμένη, γιατί σε όλους απαιτείται προσπάθεια. Εδώ για παράδειγμα υπήρχαν παιχνίδια με ομάδες, που ήξερες ότι θα τις κερδίσεις έστω κι αν περπατούσες στη διάρκεια του αγώνα. Όσο για το πρωτάθλημα με δύο ομίλους δεν θέλω καν να το συζητήσω, να το συγκρίνω. Αν θυμάμαι καλά, τότε που πρωτοέπαιξα στην Αίγινα αν έχω παίξει σε πρωτάθλημα με δύο ομίλους. Κάπως έτσι δεν υπάρχει ανάπτυξη. Όταν ξέρεις ότι θα παίξεις με μία ομάδα από τις τελευταίες και μπορεί να βάλεις δέκα γκολ, για εμένα δεν είναι ούτε Α Εθνική ούτε ανάπτυξη αυτό».
Στην Ιταλία αγωνίστηκες στη Serie B, το επίπεδο εκεί είναι αρκετά υψηλό όμως.
«Είναι ένα πρωτάθλημα πολύ πιο δυνατό από το δικό μας της Α Εθνικής. Ένα πρωτάθλημα με δεκαέξι ομάδες. Με κάθε ομάδα, μέχρι και την τελευταία, δεν ήξερες πόσο θα είναι το σκορ. Όλα τα παιχνίδια είναι ανταγωνιστικά, με ρυθμό. Αναφορικά με θέματα οργάνωσης, ότι παροχές είχε η ανδρική ομάδα κι εμείς είχαμε τις ίδιες. Δεν με απασχόλησε ούτε μία στιγμή κάτι, που να με κάνει να μην είμαι καλά στο γήπεδο. Άκρως επαγγελματική ζωή».
Ας έρθουμε στο κεφάλαιο Εθνική ομάδα, της οποίας είσαι η αρχηγός. Τι σημαίνει για σένα η Εθνική;
«Μπορώ να πω ότι είναι τρόπος ζωής για μένα, είναι ένα κομμάτι από τη ζωή μου. Μετά από δεκαοχτώ χρόνια στην Εθνική, είναι κάπως σα να είναι η δουλειά μου, ένα κομμάτι της ζωής μου που θα ήθελα να συνεχίσω να ζω με αυτό».
Είναι εφικτό να έρθει μια διάκριση στην Εθνική ομάδα;
«Ναι και πιστεύω δεν είναι τόσο θέμα δυνατοτήτων των παικτριών, όσο θέμα νοοτροπίας. Όταν παλιά έμπαινες να παίξεις με μία δυνατή ομάδα και έλεγες, πω πω θα χάσω σήμερα με τρία τέσσερα μηδέν και σήμερα μπαίνεις στο γήπεδο και λες όλα γίνονται, θα μπω να παίξω και όλα γίνονται, ποδόσφαιρο είναι και το έχουμε δει πάρα πολλές φορές, είναι διαφορετικό. Είναι καθαρά θέμα νοοτροπίας και αυτοπεποίθησης. Το είδαμε και το 2004».
Βοηθάει το ότι πολλές Ελληνίδες ποδοσφαιρίστριες αγωνίζονται σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και έχουν άλλες παραστάσεις;
«Ναι είναι κι αυτό, αλλά κυρίως έχει να κάνει με το πως το διαχειρίζεται κάθε ποδοσφαιρίστρια. Μπορεί να αγωνίζεται στην Ελλάδα ή σε ένα πρωτάθλημα που δεν έχει υψηλό ρυθμό, αλλά από μόνη της να κυνηγάει κομμάτια που μπορεί να φτιάξει, ώστε να είναι έτοιμη γι’ αυτά τα παιχνίδια που θα είναι πιο δύσκολα».
Έχεις εκλεγεί στο ΔΣ του ΠΣΑΠΠ. Τι ήταν αυτό που σε ώθησε να ασχοληθείς με το συνδικαλιστικό κομμάτι του ποδοσφαίρου;
«Ουσιαστικά μου έγινε πρόταση να ασχοληθώ. Όμως για να ασχοληθείς με κάτι, πρέπει να έχει προηγηθεί και κάτι. Δεν θα ξεχάσω με τον κορωνοϊό, που είχαν σταματήσει τα πρωταθλήματα, όταν έπαιζα ακόμη στον ΠΑΟΚ, πριν ενταχθούν οι γυναίκες στον ΠΣΑΠΠ, που είχαμε μιλήσει στον πρόεδρό του τον Γιώργο Μπαντή για τα προβλήματά μας. Ότι δεν παίζει το πρωτάθλημά μας, ενώ έχουν ξεκινήσει τα πρωταθλήματα έξω. Ασχολήθηκε το κυνήγησε, μίλησε με ΕΠΟ με Γενική Γραμματεία Αθλητισμού και καταφέραμε να ξεκινήσει το πρωτάθλημα. Μας βοήθησε σε μία δύσκολη στιγμή για όλες τις αθλήτριες και αυτό δεν θα το ξεχάσω. Έτσι μόλις έγινε η πρόταση να συμμετέχω, είπα ναι κατευθείαν. Επίσης όταν μου ζητήθηκε να ασχοληθώ με αυτό το κομμάτι, σκέφτηκα πράγματα που έχω βιώσει στο ποδόσφαιρο και δεν θέλω να τα βιώσουν οι επόμενες ποδοσφαιρίστριες».
Όπως για παράδειγμα;
«Όπως αυτό που ανέφερα με τον κορωνοϊό, που σταμάτησε το πρωτάθλημα και έμειναν παίκτριες απλήρωτες. Όπως για παράδειγμα ζητήματα που διεκδικεί ο ΠΣΑΠΠ και έχουν να κάνουν με την ασφάλεια των ποδοσφαιριστριών. Όταν για παράδειγμα τραυματίζονται και δεν ξαναπαίζουν, που τις διώχνουνε και δεν πληρώνουν τα χειρουργεία τους. Κάποια κομμάτια τέτοια που δεν είχες κάπου να απευθυνθείς, να πεις ένα παράπονο, να βρεις μια λύση. Πλέον υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Έτσι είπα ότι αφού έχω βιώσει πράγματα, γιατί να μην ασχοληθώ και να βοηθήσω σε αυτό το κομμάτι».
Η ένταξη των ποδοσφαιριστριών στον ΠΣΑΠΠ, θα βοηθήσει στην καλυτέρευση των συνθηκών στο γυναικείο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα και στην ανάπτυξή του;
«Πιστεύω πως ήδη έχει βοηθήσει με τη συμβολή του ο ΠΣΑΠΠ, σε πράγματα που μπορεί να μη φαίνονται και να μη βγαίνουν προς τα έξω. Που τα έχει κυνηγήσει και έχουν γίνει. Αν κοιτάξετε και στη σελίδα του ΠΣΑΠΠ στο διαδίκτυο, θα δείτε που έχει βοηθήσει σε κομμάτια του γυναικείου ποδοσφαίρου».
Έχουν ωριμάσει οι συνθήκες να γίνει και στην Ελλάδα επαγγελματικό το γυναικείο ποδόσφαιρο, όπως είναι σε κάποιες χώρες του εξωτερικού; Μπορεί να βοηθήσει αυτό αν γίνει;
«Δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να γίνει επαγγελματικό. Από τη στιγμή όμως που μπαίνουν οι βάσεις και κάθε ΠΑΕ θα πρέπει να έχει γυναικεία ομάδα, πράγματα όπως είναι η ασφάλιση και το οικονομικό για παράδειγμα, μπορούν να βελτιωθούν. Αν μπουν πρώτα αυτές οι βάσεις, στη συνέχεια θα μπορεί να γίνει και επαγγελματικό».
Ας έρθουμε λίγο στην Αιτωλοακαρνανία τώρα. Υπάρχουν δύο γυναικείες ομάδες, η ΑΕΚ Μεσολογγίου που έφτασε να αγωνιστεί στην Α Εθνική και έχει διαγράψει μία πορεία ετών και ο Παναιτωλικός που με αφορμή την είσοδο των ΠΑΕ στο γυναικείο ποδόσφαιρο, ίδρυσε πέρσι γυναικείο τμήμα. Το ότι υπάρχουν με αυτό τον μικρό αριθμό ομάδων τέσσερις εν ενεργεία διεθνείς ποδοσφαιρίστριες από το νομό και κατά το παρελθόν φόρεσαν τη φανέλα με το εθνόσημο και άλλες, προκαλεί εντύπωση. Πως κατά τη γνώμη σου θα μπορούσε να αναπτυχθεί περισσότερο το γυναικείο ποδόσφαιρο στην περιοχή μας;
«Ίσως αν υπήρχαν περισσότερες ομάδες, να ήταν περισσότερες οι διεθνείς παίκτριες. Μπορεί και όχι, δεν το ξέρουμε αυτό. Όσο περισσότερες ομάδες υπάρχουν και τα παιδιά έχουν ευκαιρίες κοντά στα σπίτια τους να ασχοληθούν, γιατί θα έχουν εύκολη πρόσβαση, σίγουρα θα είναι καλύτερα τα πράγματα. Πιστεύω πως υπάρχουν περιθώρια ανάπτυξης. Ο Παναιτωλικός είναι ένα όνομα σημαντικό, που πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα κυνηγήσει κάτι, τη διάκριση που κυνηγάνε και οι υπόλοιπες ΠΑΕ. Πιστεύω ότι θα ξεκινήσουν και οι ακαδημίες να ασχολούνται με τα κορίτσια. Να γίνουν ακαδημίες αποκλειστικά με κορίτσια. Γιατί μέχρι μία ηλικία, θυμάμαι και την δική μου εμπειρία, μπορούν τα κορίτσια να ανταγωνιστούν τα αγόρια, όμως μετά αυτά ξεφεύγουν και σε δύναμη και σε ταχύτητα. Βέβαια ο ανταγωνισμός με τα αγόρια βοηθάει πολύ, εμένα με βοήθησε πολύ αυτό γιατί άργησα να ξεκινήσω και μπήκαν έτσι κάποιες βάσεις που με βοήθησαν να ανταπεξέλθω αργότερα σε ένα πιο δύσκολο επίπεδο. Πιστεύω ναι, μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη».
Πιστεύεις ότι είναι κομβικό το κομμάτι των ακαδημιών στην ανάπτυξη;
«Ναι, γιατί γνωρίζουμε ότι μία ομάδα που έχει ακαδημίες, ποτέ δεν χάνεται και ποτέ δεν μένει στάσιμη».
Όταν έρθει η στιγμή να «κρεμάσεις» τα ποδοσφαιρικά σου παπούτσια, θα συνεχίσεις να ασχολείσαι με το ποδόσφαιρο;
«Ναι, πιστεύω πως όταν σταματήσω να παίζω ποδόσφαιρο και πάλι η ζωή μου θα συνεχίσει να κινείται γύρω από αυτό».
Έχεις τελειώσει Γυμναστική Ακαδημία, έχεις επίσης αποκτήσει τεράστια εμπειρία στο ποδόσφαιρο, είναι στα σχέδιά σου στο μέλλον ίσως να ασχοληθείς με την προπονητική;
«Μου αρέσει η προπονητική και είναι σίγουρα στα σχέδιά μου. Μου αρέσει και η ανάλυση ποδοσφαίρου πάρα πολύ. Κάθομαι και βλέπω πολλά παιχνίδια, παρακολουθώ πολλά πρωταθλήματα. Μου αρέσει γενικά να βλέπω ποδόσφαιρο».
Θα μπορούσαμε να σε δούμε να δραστηριοποιείσαι και εδώ, στην Αιτωλοακαρνανία στο ποδόσφαιρο ή δεν το βλέπεις πιθανό αυτό το ενδεχόμενο;
«Το μέλλον του δεν το γνωρίζει κανένας».
Θα είχε πιθανότητες για παράδειγμα το ενδεχόμενο να σε δούμε να παίξεις ποδόσφαιρο σε κάποια ομάδα εδώ;
«Αν για παράδειγμα μία ομάδα όπως ο Παναιτωλικός, με το όνομα, την οργάνωση που έχει και συν το γεγονός ότι είναι η ομάδα του τόπου μου που την υποστηρίζω κιόλας, αγωνίζονταν σε υψηλότερο επίπεδο, δεν νομίζω να ήμουν αρνητική σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Τώρα για το μέλλον, ποτέ δεν ξέρει κανείς».
Είσαι από τα πλέον κατάλληλα πρόσωπα, με την τεράστια εμπειρία και τις παραστάσεις που έχεις στον χώρο του ποδοσφαίρου, για να απαντήσεις στην τελευταία ερώτηση που θέλω να σου απευθύνω. Τι θα συμβούλευες τα νέα κορίτσια που θέλουν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο;
«Ένα από τα πράγματα που δεν θα άλλαζα εγώ, είναι ότι σπούδασα, πήρα το πτυχίο μου και όταν θα έρθει η στιγμή να σταματήσω το ποδόσφαιρο, θα έχω κάτι να ασχοληθώ. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχεις σπουδάσει κάτι και αναγκαστικά θα ασχοληθείς με αυτό. Ξέρουμε ότι πολλοί σπουδάζουν και τελικά ασχολούνται με κάτι άλλο, άσχετο με τις σπουδές τους. Θα έλεγα ότι το σημαντικό είναι να σπουδάσεις κάτι και το ποδόσφαιρο ας είναι σε δεύτερη μοίρα. Γιατί δεν είναι κάτι αντίστοιχο των ανδρών, που όταν σταματήσεις θα μπορείς να πεις έχω τα λεφτά για να ζήσω για την υπόλοιπη ζωή μου χωρίς να κάνω κάτι. Για μένα θα πρέπει πρώτα να δουν μελλοντικά τι θα κάνουν μετά το ποδόσφαιρο, να έχουν την εναλλακτική για να ζήσουν και μετά να βάλουν το ποδόσφαιρο στις προτεραιότητές τους. Βέβαια είναι πολύ σημαντικό να κυνηγούν τα όνειρά τους και να βάζουν στόχους, είτε αυτοί αφορούν το ποδόσφαιρο, είτε την προσωπική τους ζωή».