Ο ποδοσφαιριστής του Παναιτωλικού Κώστας Αποστολάκης μίλησε στο athletestories.gr:
Άρχισα να καταλαβαίνω για το ποδόσφαιρο από μικρή ηλικία, από τον πατέρα μου που μιλούσε και ασχολιόταν συνέχεια με αυτό.
Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι ο μπαμπάς έφευγε από το σπίτι στις οχτώ το πρωί και γυρνούσε στις οχτώ το βράδυ, ότι εξαιτίας του ποδοσφαίρου δηλαδή έλειπε ο πατέρας μου από το σπίτι.
Κατά τα άλλα, δεν τον θυμάμαι να παίζει ποδόσφαιρο κι ούτε καν ως προπονητή, μόνο ως Τεχνικό Διευθυντή του Παναθηναϊκού, όταν ήμουν πολύ μικρός. πήγαινα τότε κάποιες φορές στην Παιανία κι ερχόμουν σε επαφή με τους παίκτες.
Η πρώτη μου ποδοσφαιρική ανάμνηση είναι από την Α’-Β’ Δημοτικού, όταν κάτι Σαββατοκύριακα πηγαινοερχόμασταν σε μια ακαδημία σ’ ένα χωριό έξω από το Ναύπλιο.
Ήταν πολύ πρώιμο τότε, ως παιδάκι ούτε το είχα σκεφτεί κι ούτε καν μου άρεσε πάρα πολύ το ποδόσφαιρο.
Τότε είχα την τρέλα να γίνω πιλότος στην Πολεμική Αεροπορία, ακόμη έχω τρέλα με τα αεροπλάνα, ενημερώνομαι συνεχώς.
Κατάλαβα ότι μπορώ να παίξω ποδόσφαιρο πρώτη φορά, όταν ήμουν στην Β’-Γ’ Γυμνασίου κι έπαιζα σε μια ακαδημία του Αλίμου.
Βέβαια, από τότε που μπορούσα να περπατάω, παίζαμε με τον μπαμπά πάσες μέσα στο σπίτι κάθε μέρα, η μάνα μου φώναζε όλην την ώρα, αλλά εμείς παίζαμε και σπάγαμε το σπίτι.
Αρχές Γυμνασίου λοιπόν είχα ψηλώσει πολύ και είχα αρχίσει να έρχομαι σε μεγαλύτερη επαφή με το άθλημα.
Οι υπεύθυνοι του Αλίμου με πήγαιναν να παίζω με τους μεγαλύτερους, σε μικτές κτλ.
Κάποια στιγμή, ταξιδεύοντας με το αυτοκίνητο για Ναύπλιο, μου λέει ο πατέρας μου «μεγάλε, τα πας καλά, μπορεί να παίξεις». Από εκείνη τη στιγμή άρχισα να το παίρνω πολύ πιο ζεστά και να το σκέφτομαι.
Καθώς ήμουν στις μικτές, είχαν έρθει σε δοκιμαστικά για να με δουν άνθρωποι του Παναθηναϊκού, του Ολυμπιακού, της ΑΕΚ.
Εγώ φυσικά δεν υπήρχε περίπτωση να επιλέξω κάποια άλλη ομάδα πέραν του Παναθηναϊκού, οπότε και πήγα στις ακαδημίες του.
Όσον αφορά στο σχολείο, είχα συνεχώς την παρότρυνση της μάνας μου (πολύ καλή μαθήτρια), πάντα -και καλώς- με πίεζε να είμαι καλός μαθητής και εν τέλει ήμουν, με βλέψεις μάλιστα στην αρχή για την σχολή Ικάρων, αν δεν έπαιζα ποδόσφαιρο.
Με το πρόγραμμα της ακαδημίας του Παναθηναϊκού, ήταν πολύ δύσκολο να συνδυάσω ποδόσφαιρο και σχολείο, παρόλ’ αυτά, όσο δύσκολο και αν ήταν, δεν έβαλα ποτέ το σχολείο σε δεύτερη μοίρα.
Ειδικά στη Γ’ Λυκείου, όταν ήταν απαραίτητο να συνυπάρξουν, δεν έκανα προετοιμασία στον Παναθηναϊκό, γιατί έπρεπε να προετοιμαστώ και να δώσω Πανελλήνιες, περνώντας τελικά στα ΤΕΦΑΑ Τρικάλων.
Φυσικά, είναι ανθρωπίνως αδύνατο να προλάβω να παρακολουθήσω, αλλά και μόνο το γεγονός ότι πέρασα ήταν μια επιβράβευση, μια δικαίωση τόσο για τη μάνα μου όσο και για εμένα, γιατί δεν άφησα να πάνε χαμένα όλα αυτά τα χρόνια του διαβάσματος.
Το πιο σημαντικό που θεωρώ εγώ ότι σου προσδίδει το σχολείο είναι το επίπεδο που αποκτάς ως άνθρωπος, αφενός να μπορείς να μιλήσεις, να αρθρώσεις λόγο, δυο σωστές κουβέντες, αφετέρου να έχεις κριτική σκέψη, να μπορείς να κρίνεις, να έχεις μια μόρφωση.
Την Παιανία τη θυμάμαι από μικρός, ειδικά όταν ήταν ο πατέρας μου Τεχνικός Διευθυντής, ήταν ένας παράδεισος.
Θεωρώ ότι έχασε ο Παναθηναϊκός από το κύρος του, όταν έφυγε από εκεί και πήγε στο Κορωπί.
Βέβαια, και στο Κορωπί είναι ένα αξιόλογο προπονητικό αλλά όχι όπως εκείνο της Παιανίας, εκεί ήταν άλλο πράγμα, ήταν προπονητικό κέντρο ευρωπαϊκού συλλόγου.
Οι πρώτες μου εικόνες από τις ακαδημίες του Παναθηναϊκού, όταν πρωτοπήγα, ήταν εντυπωσιακές, εκεί γίνεται μια πραγματικά πάρα πολύ καλή δουλειά, γι’ αυτό έβγαζε, βγάζει και θα βγάζει παίκτες. για παράδειγμα, πολλοί παίκτες απ’ τη φουρνιά του 2004, τη “χρυσή γενιά”, προέρχονται από εκεί.
Μόνο καλό θα κάνει το να βγάζει η ομάδα από τα φυτώρια ποδοσφαιριστές, τους οποίους θα πρέπει και να στηρίζει.
Βλέπουμε ξένες ομάδες, ιδιαίτερα τις Πορτογαλικές, που στηρίζονται κατά βάση στις ακαδημίες τους. πωλούν τους παίκτες, κάτι που τους αποφέρει χρήματα, ωφελούνται, αλλά ωφελούνται και οι παίκτες που δημιουργούν μεγάλες καριέρες.
Όταν ήμουν στην Κ17, είχα κάνει κάτι καλά παιχνίδια, έπαιζα “8άρι”, στο κέντρο, και είχα βάλει αρκετά γκολ, νομίζω μάλιστα ότι είχα έρθει δεύτερος σκόρερ, είχα σημειώσει και χατ τρικ.
Οπότε ψιλοακουγόταν το όνομά μου, φυσικά και λόγω του πατέρα μου. αυτό το όνομα είναι δίκοπο μαχαίρι. Όταν κάνεις κάτι καλό, όντως ακούγεται το όνομά σου. Όταν όμως αρχίσεις να παίζεις, γίνεται πάντα η σύγκριση, το όνομα είναι ένα βάρος που ξέρεις ότι το έχεις.
Τότε είχε ακούσει για εμένα ο κύριος Αναστασίου, τότε προπονητής στη μεγάλη ομάδα του Παναθηναϊκού, στη συνέχεια προπονητής μου στον Παναιτωλικό.
Μια ωραία και ρομαντική ιστορία επίσης αποτελεί το γεγονός ότι, όταν ο Χουχούμης και ο Καρέλης έπαιζαν στον Παναθηναϊκό, εγώ μόλις είχα πάει στην ομάδα, καθόμουν ball boy (μπροστά στα επίσημα της «Λεωφόρου») και τους έδινα την μπάλα, ενώ πλέον με τον Χουχούμη και τον Καρέλη παίζουμε μαζί!
Θυμάμαι ταυτόχρονα και τα δημοσιεύματα που έβγαιναν, όταν παίζαμε στον Παναθηναϊκό μαζί με τον Χρήστο Δώνη, με τον οποίον έχουμε εξαιρετικές σχέσεις. μες στο λεωφορείο γελάγαμε και κάναμε πλάκα με όλα αυτά, γενικότερα στον Παναθηναϊκό είχαμε εξαιρετικό κλίμα και ο μεγάλος Δώνης, ο Γιώργος, ο μπαμπάς του, το έφτιαχνε πάρα πολύ αυτό μαζί με τους παίκτες.
Όταν πήγα στην Κ20 και άρχισα να παίζω καλά, έβλεπα ότι κάποια παιδιά όπως εγώ πήγαιναν στη μεγάλη ομάδα.
Εγώ πλέον έπαιζα όλα τα παιχνίδια και πίστευα ότι ήταν θέμα χρόνου να ανέβω και εγώ κάποια στιγμή.
Αλλά, όταν είσαι στον Παναθηναϊκό και την ακαδημία του, λες «απλώς να μπορέσω να είμαι μέλος της πρώτης ομάδας, να πηγαίνω για προπονήσεις».
Όπως ισχύει για όλα τα πράγματα στη ζωή, έχεις μια ακόρεστη δίψα, λες «θέλω να είμαι στην πρώτη ομάδα», μετά «θέλω να είμαι αποστολή στην πρώτη ομάδα», μετά «γιατί να μην είμαι στην 11άδα;», δημιουργούνται συνεχόμενες επιδιώξεις, πράγμα γνωστό στο ποδόσφαιρο και τον πρωταθλητισμό.
Βέβαια, όταν είσαι απλώς στην ακαδημία, είναι όλα πιο ωραία, χαίρεσαι το ποδόσφαιρο στο έπακρο, δεν σε νοιάζει τίποτα άλλο.
Στον Παναθηναϊκό έκανα ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα στον αγώνα με τον Παναιτωλικό για το Κύπελλο Ελλάδος!
Και, όταν πλέον μεταγράφηκα στον Παναιτωλικό και βρέθηκα μες στο γήπεδό του, στο οποίο πήγαινα συνέχεια, καθώς δίπλα είναι το χωριό μου, ένιωσα υπέροχα!
Είναι η ομάδα που ανέδειξε τον πατέρα μου και μια ομάδα που γενικότερα πάντα την συμπαθούσα πάρα πολύ και την παρακολουθούσα.
Βρισκόμουν σε μια δύσκολη κατάσταση, αγωνιζόμενος στο ΑΠΟΕΛ της Κύπρου, και, όταν μου έγινε πρόταση να πάω στον Παναιτωλικό, δεν υπήρχε καμία δεύτερη σκέψη.
Ήταν η ομάδα που αντιμετώπισα στο ντεμπούτο μου στις αρχές της ποδοσφαιρικής μου καριέρας αλλά και η ομάδα που με αναγέννησε ποδοσφαιρικά.
Για την μεταγραφή μου στον Παναιτωλικό δεν υπήρξε η παραμικρή εμπλοκή του πατέρα μου, έγινε σε άλλο επίπεδο, ήταν τέλη Αυγούστου και εγώ έψαχνα να φύγω από το ΑΠΟΕΛ.
Στην Κυπριακή ομάδα είχα τραυματισμούς αλλά και γενικά ήταν μια πολύ κακή χρονιά, είχαν αλλάξει τέσσερεις προπονητές, δεν υπήρχαν οργάνωση και πλάνο κατάλληλα και αντίστοιχα του επιπέδου της Ευρώπης στην οποία αγωνιζόταν τότε, έφευγαν πχ 20 παίκτες κι έρχονταν άλλοι 20.
Όταν είσαι και 21 ετών, όλα αυτά δεν σε βοηθήσουν να εξελιχθείς, δεν πέρναγα καλά και στην καθημερινότητά μου, κάτι που για εμένα είναι πολύ σημαντικό, κι έλεγα του πατέρα μου από τον Απρίλιο του 2021 «θέλω να φύγω από δω, θέλω να φύγω από δω» και πέρναγε το καλοκαίρι.
Δυο-τρεις προτάσεις από το εξωτερικό δεν ευοδώθηκαν, είχαμε φτάσει 20 Αυγούστου και στον Παναιτωλικό ο Γιώργος Λιάβας είχε χτυπήσει το γόνατό του, οπότε μίλησε ο μάνατζέρ μου με τον κύριο Αναστασίου και είπαν ότι με θέλουν στην ομάδα.
Πρώτος το έμαθε ο πατέρας μου, με ρωτάει «θέλεις;» και απαντάω «θέλω 100%», χάρηκε πάρα πολύ που πήγα και, αν το σκεφτεί κανείς, έχω παίξει στον Παναθηναϊκό και τον Παναιτωλικό, δύο από τις τρεις ομάδες που ήταν ο μπαμπάς!
Στον πατέρα μου δεν αρέσει να λέει ποιος είναι, τι έκανε στην καριέρα του και άλλα τέτοια, εμένα ποτέ δεν μου έχει πει «εγώ έκανα αυτό» πχ, είναι υπερβολικά ταπεινός, περισσότερο τον νοιάζει να τον θυμούνται για το γεγονός ότι ήταν ένας καλός άνθρωπος.
Όσον αφορά στα θέματα της αγωνιστικής του καριέρας, είμαστε και οι δύο της άποψης ότι ο ποδοσφαιριστής δεν μπορεί να μιλήσει για τον εαυτό του σχετικά με το τι είναι και τι έχει κάνει, οι άλλοι θα πουν γι’ αυτόν.
Συγκεκριμένα, ο πατέρας μου ξέρει ο ίδιος τι έχει κάνει, δεν χρειάζεται να πει «εγώ είμαι το καλύτερο δεξί μπακ που πέρασε από την Ελλάδα», είναι στην κρίση και τη μνήμη του κόσμου το πόσο καλός ήταν.
Επίσης, δεν μου έχει ασκήσει ποτέ πίεση, να μου πει «κάνε αυτό, κάνε το άλλο», φυσικά όμως, από όταν ήμουν μικρό παιδί, πάντα μου έκανε κριτική, γιατί εννοείται πως έχει ποδοσφαιρική άποψη για το τι πρέπει να κάνω σωστά, τι πρέπει να βελτιώσω, τι έκανα σε κάθε παιχνίδι.
Παρότι δεν έρχεται τόσο πολύ στο γήπεδο (ούτε εγώ θέλω να έρχεται), βλέπει κάθε αγώνα μου. υπάρχει μια ιεροτελεστία στο σπίτι, με τον πατέρα μου και τον μικρό μου αδερφό να κάθονται και να παρακολουθούν τα παιχνίδια μου από την τηλεόραση.
Ταυτόχρονα, νομίζω ότι, όταν βλέπεις ένα παιχνίδι από την τηλεόραση, δημιουργείς και μια διαφορετική άποψη, το βλέπεις πιο αποστασιοποιημένα και από τεχνική σκοπιά.
Βλέπαμε πολύ και Champions League, θυμάμαι από μικρό παιδί Τρίτες-Τετάρτες υπήρχε ένα τελετουργικό στο σπίτι, γιατί σε όλους μας άρεσε, αρέσει και θα αρέσει το ποδόσφαιρο, ειδικά στο τοπ επίπεδο που το χαίρεσαι στο έπακρο.
Και εννοείται ότι στην οικογένεια είμαστε Παναθηναϊκοί, δεν γίνεται να είσαι κάτι άλλο.
Για εμένα το όνομα «Αποστολάκης» που φέρω είναι τιμή, είναι ένα όνομα που έχει γράψει ιστορία στην Ελλάδα, έχει βάρος και η σύγκριση με μια άλλη εποχή που το ποδόσφαιρο ήταν τελείως διαφορετικό είναι συνεχόμενη.
Συγκρίνεσαι με έναν θρύλο του ποδοσφαίρου, πράγμα πάντα πολύ δύσκολο, αλλά προσωπικά δεν με ενδιαφέρει καθόλου, εγώ τον πατέρα μου τον έχω ήρωα!
Στην καθημερινότητά μου ποτέ δεν έχω μπει στη διαδικασία να σκεφτώ ποιος είναι καλύτερος και ποιος θα κάνει μεγαλύτερη καριέρα, απλώς προσπαθώ κάθε Σαββατοκύριακο να δείχνω το καλύτερό μου πρόσωπο και να αποδεικνύω στον ποδοσφαιρικό κόσμο την δική μου αξία, ανεξάρτητα με το αν είμαι γιος του Στράτου.
Είμαι ο Κώστας!
Όταν έφτασα στον Παναιτωλικό, δεν ήμουν σε καλή ποδοσφαιρική κατάσταση, είναι η αλήθεια, τους πρώτους δύο μήνες δυσκολεύτηκα να προσαρμοστώ, γιατί είχα καιρό να παίξω, είχα τραυματισμούς, δεν είχα κάνει προετοιμασία.
Παρόλ’ αυτά, ο κύριος Αναστασίου με βοήθησε πάρα πολύ να βρω τον εαυτό μου, να γίνω πιο σοβαρός.
Μέχρι τότε πιστεύω ότι ήμουν κάτι σαν ταλέντο, αλλά με τον προπονητή μας έγινα ποδοσφαιριστής, κανονικός ποδοσφαιριστής, να βλέπω ποια είναι η σημαντική δουλειά μου και να την κάνω όσο καλύτερα μπορώ.
Η διοίκηση, ο προπονητής και ο κόσμος μού στάθηκαν σε μια δύσκολη περίοδο της καριέρας μου και, επειδή στη ζωή μου δεν θέλω να είμαι αχάριστος, θέλω να ανταποδώσω, δεν κοιτάω το προσωπικό μου όφελος, αλλά προσπαθώ να βελτιστοποιώ τις πιθανότητες ώστε να πάρει η ομάδα ένα καλό αποτέλεσμα. θα βάλω χίλιες φορές κάτω το “εγώ” μου για το καλό της ομάδας.
Θεωρώ ότι τη σεζόν 2022-2023 πραγματοποίησα αρκετά καλά παιχνίδια, πράγμα με ευχαριστεί για την προσωπική μου εξέλιξη.
Ξεκινήσαμε έναν καταπληκτικό πρώτο γύρο, ούτε εμείς πιστεύαμε τους 21 βαθμούς, όπως και στο τέλος δεν πιστεύαμε ότι θα γίνει αυτό που έγινε στα πλέι άουτ.
Χαλαρώσαμε, συνέβησαν και τα διοικητικά θέματα (πιστεύω ότι τα ξέρουν όλοι), «θα έρθουν-δεν θα έρθουν οι καινούργιοι ιδιοκτήτες;», έμειναν τα πράγματα ως έχουν και στα πλέι άουτ μπορώ να πω ότι υπήρχε μια χαλαρότητα που μας πήρε από κάτω, οπότε η ομάδα είχε πολύ κακή εικόνα.
Αλλά γενικά θεωρώ ότι υπάρχει θέμα με τα πλέι άουτ, γιατί οι ομάδες που κινδυνεύουν μπαίνουν “με το μαχαίρι στα δόντια” σε όλα τα παιχνίδια, ενώ οι ομάδες που δεν κινδυνεύουν δεν έχουν κάποιο κίνητρο ουσιαστικά, κανένας δεν θα θυμάται μετά από λίγο καιρό αν ήρθες έβδομος, όγδοος, ένατος, όλοι θα θυμούνται ποιος έπεσε και ποιος πήγε Ευρώπη.
Μεγάλωσα στην Αθήνα και, αν μπορούσα να μείνω κάπου μόνιμα, πιστεύω θα έμενα στην Αθήνα, αν δεν είχα το ποδόσφαιρο και υπό ιδανικές συνθήκες.
Αλλά και το Αγρίνιο, ειδικά τα τελευταία χρόνια που παίζω, το νιώθω πολύ πόλη μου, ενώ και το Ναύπλιο είναι ιδανικό για εμένα μέρος όπου θέλω να ζήσω, όταν πχ συνταξιοδοτηθώ και κάνω οικογένεια.
Προς το παρόν το ποδόσφαιρο είναι η ζωή μου. Από τη στιγμή που άρχισα να καταλαβαίνω τι γίνεται, μπήκε μες στη ζωή μου και δεν βγήκε ποτέ έξω από αυτήν ή το οικογενειακό μου περιβάλλον, είναι το ομορφότερο άθλημα που υπάρχει, άθλημα ψυχολογίας με πολύ μεγάλες ανατροπές.
Αυτό που έχω μάθει είναι ότι, για να αναδειχθείς, πρέπει να δουλεύεις πάρα πολύ σκληρά και να έχεις πολύ δυνατό στομάχι, ώστε να ξεπερνάς τις δυσκολίες που συχνά προκύπτουν. ευτυχώς εγώ από μικρός έχω μάθει να διαθέτω τέτοιο στομάχι.
Ο πατέρας μου μου έλεγε, πριν υπογράψω στον Παναθηναϊκό το πρώτο μου επαγγελματικό συμβόλαιο, «το ποδόσφαιρο έχει δέκα λύπες και μια χαρά» και έλεγα από μέσα μου «τι είναι αυτά που λέει, ρε; Αυτός έπαιξε στον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό, την Εθνική Ελλάδος, έχει κάνει τα πάντα».
Δεν είναι όμως μόνο αυτά που βλέπει ο κόσμος, η αναγνωρισιμότητα, η οικονομική ευμάρεια των παικτών ή αυτό που λένε «κάνεις το χόμπι σου επάγγελμα», φυσικά και είναι όλα αυτά σημαντικά, αλλά υπάρχει και μια μεγάλη ψυχολογική φθορά σε έναν νεαρό άνθρωπο που μπαίνει από 16 ετών στο τρυπάκι του επαγγελματισμού, είναι πολύ επώδυνο να μην ζήσεις τα ανέμελα χρόνια της εφηβείας σου.
Έτσι, «οι δέκα λύπες και η μια χαρά» είναι το θετικό σενάριο πολλές φορές!