Γράφει ο Βασίλης Σταρακάς, παλαίμαχος ποδοσφαιριστής του Παναιτωλικού.
Όσο ακόμα ήταν στη ζωή, αυτός που τούτη τη στιγμή είναι εδώ μπροστά μας με παγωμένη την ανάσα και τα βλέφαρα σφαλισμένα, αποτελούσε μια ιδιαίτερη, μια ξεχωριστή προσωπικότητα όχι μόνο στο χώρο της δουλειάς του αλλά και στην κοινωνία γενικότερα.
Το επάγγελμά του ήταν προπονητής ποδοσφαίρου. Πάρα πολύ δύσκολο επάγγελμα, καθώς απαιτεί καθημερινή επίπονη δουλειά, υπομονή, γερά νεύρα, γνώσεις ψυχολογίας, αφού έχεις να διαχειριστείς αντίθετους χαρακτήρες διαφορετικής ηλικίας. Επίσης, πρέπει να είσαι δίκαιος, για να ανταμείβεις τους παίκτες ανάλογα με τα προσόντα και τις ικανότητές τους, αλλά και την προσφορά τους στην ομάδα. Το κυριότερο όμως που πρέπει να διαθέτει ένας προπονητής είναι οι γνώσεις. Πολλές γνώσεις, όχι μόνο για μια η δύο θέσεις μέσα στο γήπεδο, αλλά και για τις έντεκα θέσεις αμυντικών, κεντρώων και επιθετικών, δηλαδή για όλες αυτές που αποτελούν μια ποδοσφαιρική ομάδα.
Πόσο δύσκολο επάγγελμα αυτό του προπονητή ποδοσφαίρου, που καθημερινά κρίνεται στο καφενείο, στην προπόνηση και κυρίως στον αγώνα από.. σχετικούς, άσχετους αλλά και εμπαθείς! Ένας τέτοιος τεράστιος σε αξία προπονητής, με ξεχωριστή προσωπικότητα που συγκέντρωνε όλα τα παραπάνω πλεονεκτήματα, ήταν αυτός που τώρα είναι εδώ μπροστά μας με σταυρωμένα τα χέρια και περιμένει το «στερνό αντίο» από όλους μας, για να πετάξει έξω από τα σύνορα της Γης.
Ευτύχησα να τον γνωρίσω, μαζί και τη γλυκιά του σύζυγο την αξέχαστη κυρία Βούλα στο ξεκίνημα της ποδοσφαιρικής περιόδου 1962 – 63. Τότε που σύσσωμη η οικογένεια του ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΥ Αγρινίου καλοδέχθηκε τον νέο προπονητή της, το διάσημο ΣΩΤΗΡΗ ΚΑΡΠΟΔΙΝΗ, παλαίμαχο ποδοσφαιριστή του Πανελευσινιακού ο οποίος πρόσφατα είχε αποφοιτήσει από την περίφημη σχολή προπονητών ΚΟΒΕΡΤΣΙΑΝΟ της Ιταλίας, όπου απέκτησε το επαγγελματικό του δίπλωμα της ανώτατης κατηγορίας. Μαζί λοιπόν με άλλους συνομήλικούς μου και συμμαθητές των τελευταίων τάξεων του οκτατάξιου Γυμνασίου – τους Θεόφιλο, Δημήτρη, Γιάννη, Κώστα – που η κυρία Βούλα και ο κυρ’ Σωτήρης μας έλεγαν «παιδιά τους», αποτελούσαμε την νεολαία της αντρικής ομάδας του Παναιτωλικού.
Με τον ερχομό του Ιταλοσπουδασμένου προπονητή μας, η φήμη του συλλόγου μας ανέβηκε κατακόρυφα από τις συνεχείς επιτυχίες που είχε, οι οποίες δεν οφείλονταν μόνο στην επιστημονική σωματική εκγύμνασή μας, αλλά και στον άψογο θεωρητικό και πρακτικό τρόπο με τον οποίο υποδείκνυε τις ασκήσεις με την μπάλα. Παράλληλα, ο κυρ’ Σωτήρης – όπως τον προσφωνούσαμε – δίδασκε με τέτοια σαφήνεια την τακτική και αγωνιστική πειθαρχία που πρέπει να έχει ο κάθε ποδοσφαιριστής στον αγωνιστικό χώρο, που οι μεγαλύτεροι σε ηλικία συμπαίκτες μας καθημερινά εντυπωσιάζονταν με τον πλούτο των γνώσεων του. Πραγματικά γνώριζε και τα μικρότερα μυστικά της μπάλας.
Ο κυρ’ Σωτήρης ήταν ένας εργασιομανής προπονητής, ανεξάρτητα από το σωματείο στο οποίο εργάζονταν. Το μεράκι και η φιλοδοξία του ήταν να δημιουργεί κυψέλη ποδοσφαιρικών ταλέντων, τα οποία ο ίδιος ανακάλυπτε από τις γειτονιές του Αγρινίου και τη γύρω περιοχή, και με τη σκληρή αλλά μεθοδική δουλειά του πολύ γρήγορα τα μετέτρεπε σε στελέχη της πρώτης ομάδας που έκαναν ζηλευτή καριέρα. Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη ικανοποίηση που ένιωθε από τη δουλειά του.
Ο κυρ’ Σωτήρης δούλευε εντελώς μόνος, χωρίς βοηθούς ή γυμναστές ή το πλήθος των συνεργατών και των ανέσεων που έχουν οι σημερινοί προπονητές. Ακόμη, ήταν αντίθετος με τις μεταγραφές ξένων παικτών πέρα από τα όρια του νομού μας. Θυμάμαι που έλεγε: «κανένας ξένος δεν αισθάνεται αυτά που νιώθει ο ντόπιος παίκτης που προέρχεται από τα σπάργανα του συλλόγου, όταν φοράει τη φανέλα του και μπαίνει στο γήπεδο να την υπερασπιστεί. Αναφέρομαι ειδικά στον Παναιτωλικό, που οι ορθές και ηθικές ιδρυτικές αρχές τον έχουν αναβιβάσει σε ένα σύλλογο κάτι παραπάνω από αθλητικό».
Ο κυρ’ Σωτήρης εκτός από φιλόσοφος του ποδοσφαίρου ήταν και ένας μεγάλος παιδαγωγός. Πόσες φορές στο σπίτι του δεν είχαμε μαθήματα – με τη συμμετοχή βέβαια της γλυκομίλητης κυρίας Βούλας – καλής αγωγής, καθώς και χρήσιμες συμβουλές για την ζωή που στον καθένα μας ανοίγονταν μπροστά του. Αυτοί οι δύο πραγματικά ήταν οι δεύτεροι γονείς μας.
Θυμάμαι πολλές φράσεις του. Να μία που θυμήθηκα τώρα: «Ακούστε παιδιά μου, ένας αγώνας είναι και η ζωή. Να κάνετε πάντα με ειλικρίνεια αυτοκριτική μετά από μια ήττα στο γήπεδο ή στη ζωή. Μόνο έτσι θα διορθώσετε τα λάθη σας και την αποτυχία σας θα τη μετατρέψετε σε αφετηρία για την μελλοντική επιτυχία σας».
Από την πολυπληθή οικογένεια του Παναιτωλικού μας ο κυρ’ Σωτήρης έχει ανακηρυχθεί ο κορυφαίος προπονητής που έχει περάσει από το σύλλογό μας. Για την προσφορά του τιμήθηκε και αποθεώθηκε από χιλιάδες φιλάθλους μας σε εκδήλωση που έγινε προς τιμήν του στο γήπεδό μας. Σήμερα μεταφέρω τη θλίψη όλου αυτού του κόσμου. ΑΝΤΙΟ δάσκαλε του ποδοσφαίρου, αντίο παιδαγωγέ μας και φανατικέ οπαδέ του Παναιτωλικού μας. Ξέρω ότι βιάζεσαι γιατί ανάμεσα στο πλήθος ψυχών που θα συναντήσεις σε περιμένει η αείμνηστη σύντροφός σου ΒΟΥΛΑ.
Θα βρίσκεσαι πάντα στο μυαλό όλων μας
Βασίλης Σταρακάς
Παλαίμαχος ποδοσφαιριστής του ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΥ
Υ.Γ. Λόγω ασθενείας του συντάκτη ο επικήδειος εκφωνήθηκε από την κόρη του εκλιπόντος, Στέλλα.
Κύριε Βασίλη περαστικά, γρήγορα κοντά μας με τις αστείρευτες ιστορίες της ένδοξης ιστορίας του συλλόγου που τιμήσει από παιδί.Νοιωθω υπερήφανος και ευτυχής που σε γνώρισα Καλό καλοκαίρι.
Αγαπητέ κ.Σταρακά, πόσο γλυκά ηχούν τα λόγια αυτά σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που βιώνουμε.Πάντα, το όνομά σας του έφερνε ένα ευγενικό χαμόγελο στα χείλη όταν το άκουγε.Οι ιστορίες που με τόση θέρμη,μου είχε διηγηθεί και το βιβλίο που μας άφησε παρακαταθήκη, θα τον κρατούν ζωντανό για πάντα μέσα μας..Δυστυχώς δεν είχα την ευκαιρία να τον ζήσω σαν προπονητή μου.Άλλωστε πάντα τον θυμάμαι,όντας πάντα ειλικρινής και αδέκαστος σα χαρακτήρας και μην κάνοντας εκπτώσεις σε αυτά που έλεγε μακάρι να ήσουν και το “παιδί” του (πράγμα σπάνιο στη σημερινή Ελλάδα), να λέει ότι με τα πρώτα κοντρόλ που έκανες με τη μπάλα καταλάβαινε αν έχεις ταλέντο ή όχι.Παρ’ όλα αυτά είχα την ευκαιρία και τη μεγάλη τιμή να τον ζήσω σαν παππού, σαν δάσκαλο,σαν συνοδοιπόρο στη ζωή μου. Τα χρόνια τα δικά σας στον Παναιτωλικό,απείχαν κατα πολύ από τις οικονομικές απολαβές και τις ανέσεις τις σημερινές,αλλά ξεχείλιζαν σε ποιότητα(ποδοσφαιρική και ανθρώπινη), σε συναίσθημα, σε δέσιμο με τον απλό κόσμο του Αγρινίου, σε θέληση για άναδειξη νέων ελλήνων ταλαντούχων ποδοσφαιριστών και σε όραμα για το μέλλον.